Ακόμα και το 180% φτάνει η "ψαλίδα" των τιμών των νωπών οπωροκηπευτικών από το χωράφι στο ράφι...
Η κλαδική έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού αποκαλύπτει την "κραταιά" παρουσία των χονδρεμπόρων που καθορίζουν το "παιχνίδι" στην αγορά σε βάρος των καταναλωτών και των παραγωγών.
Σημειώνεται πως η Ελλάδα δεν είναι απλώς αυτάρκης αλλά και εξαγωγική σε κηπευτικά και φρούτα. Ωστόσο, η δραστηριοποίηση 550 χονδρεμπόρων -αριθμός δυσανάλογος σε σχέση με το μέγεθος της κατανάλωσης- καθώς και ο κατακερματισμένος γεωργικός κλήρος κρατούν τις τιμές υψηλές.
Η ελληνική παραγωγή φρούτων αντιπροσωπεύει το 7,1% της συνολικής παραγωγής της Ε.Ε., αλλά το 49,6% της συνολικής χρησιμοποιούμενης γεωργικής έκτασης αφορά καλλιέργειες κάτω των 20 στρεμμάτων.
Επίσης, η εγχώρια αγορά έχει μεγάλο αριθμό χονδρεμπόρων με 550 επιχειρήσεις, εκ των οποίων οι 55 κάνουν τζίρο μόλις 4 εκατομμύρια ευρώ.
Η ανεξάρτητη διοικητική αρχή διαπιστώνει "κραταιά" παρουσία των χονδρεμπόρων με μερίδια στους πάγκους των λαϊκών αγορών που φτάνουν το 50% και στα σούπερ μάρκετ αυτά να κυμαίνονται ανάλογα με το προϊόν, από 45% έως 75%.
Για παράδειγμα, αν ένα προϊόν πωλείται 1,25 ευρώ, τα 50 λεπτά πάνε στον παραγωγό, τα 28 λεπτά στον χονδρέμπορο, τα 35 στον λιανέμπορο και τα 12 στο κράτος (τιμές με ΦΠΑ 9%). Ο υπολογισμός έχει γίνει με παλιότερες τιμές, πριν από την αύξηση του ΦΠΑ στο 13%.
Από την έρευνα προκύπτει ακόμη ότι οι χονδρέμποροι είναι "πιο ευνοημένοι" στη διαδικασία της μετακύλισης των τιμών και ιδιαίτερα στα μήλα, τα ροδάκινα, τις πατάτες και τα αγγούρια, αλλά και στις ντομάτες και τα πορτοκάλια.
"Ειδικές φορολογικές ρυθμίσεις για τις γεωργικές επιχειρήσεις και τα γεωργικά εισοδήματα στρεβλώνουν τις συνθήκες αποτελεσματικής λειτουργίας στον κλάδο των οπωροκηπευτικών.
Και αυτό κυρίως διότι η έκδοση τιμολογίων από τους εμπόρους, και όχι από τους παραγωγούς, οδηγεί ενδεχόμενα σε αύξηση της τιμής στον τελικό καταναλωτή, αφού τα τιμολόγια εκδίδονται σε υψηλότερη από την πραγματική τιμή, με αποτέλεσμα αφενός μεν ο παραγωγός να ωφελείται από την επιστροφή του ΦΠΑ λόγω της φορολόγησής του με ειδικό προνομιακό καθεστώς, αφετέρου δε ο έμπορος να κερδίζει υψηλότερο περιθώριο κέρδους στη διογκωμένη τιμή", σημειώνεται.
Ένας από τους λόγους της ανόδου των τιμών είναι και τα "βαφτίσια" των ξένων προϊόντων ως ελληνικά. "Το ευρύτατο σε ορισμένα από τα υπό εξέταση προϊόντα (ιδίως στην πατάτα) φαινόμενο των ελληνοποιήσεων, το οποίο οδηγεί στην παραπλάνηση των καταναλωτών, στην ικανοποίηση της ζήτησης με προϊόντα χαμηλότερης ποιότητας ή/και τεχνητά υψηλής τιμής, στη συμπίεση του περιθωρίου κέρδους των Ελλήνων παραγωγών και στην οικειοποίηση του όποιου οικονομικού οφέλους από τους παραβάτες της σχετικής νομοθεσίας".