Τα αρχαία ελληνικά έβαλε –μετά τα θρησκευτικά- στο στόχαστρό της η βουλευτής της ΔΗΜΑΡ Μαρία Ρεπούση. Από το βήμα της Ολομέλειας, καταφέρθηκε κατά της υποχρεωτικής διδασκαλίας τους επί 11 ώρες από τις 34 στη Γ’ Λυκείου για όλες τις ανθρωπιστικές επιστήμες, αντιπροτείνοντας να είναι υποχρεωτικά μόνο για όσους επιλέγουν αυτό τον κύκλο σπουδών.... ΒΙΝΤΕΟ>>
Για τους άλλους, πρότεινε την δραστική μείωση των ωρών διδασκαλίας. Κάνοντας λόγο για «νεκρές γλώσσες», ήτοι αυτές που δεν μιλούνται σήμερα, αναρωτήθηκε αν η σημερινή Βουλή θέλει να εξαιρέσει τα αρχαία ελληνικά από τις μη ομιλούμενες γλώσσες, επικαλούμενη την αρχή της συνέχειας, αντιπροτείνοντας να τιμήσουμε τον αρχαίο ελληνισμού με άλλους τρόπους και να αφήσουμε τα αρχαία ελληνικά για τους φιλολόγους. Η ίδια, μίλησε για την ανάγκη μετάβασης της Ιστορίας από την εθνική, σε μία νέα μορφή, πιο αποφορτισμένη για τους μαθητές.
Υποστηρίζοντας ότι «οι νόμοι δεν αρκούν αν δεν αλλάξουμε νοοτροπία», επιτέθηκε εμμέσως στη ΝΔ κάνοντας λόγο για «κλείσιμο του ματιού» στους μητροπολίτες όταν αναφερόμαστε στο σχολείο, τονίζοντας πως αυτό είναι και οφείλει να είναι ουδετερόθρησκο. Την ίδια ώρα, αναρωτήθηκε «πού είναι το ΠΑΣΟΚ», σημειώνοντας πως υποτίθεται ότι είναι η συνέχεια μίας προοδευτικής πολιτικής στην εκπαίδευση. «Να αλλάξουμε όλοι νοοτροπία», είπε, καταγγέλλοντας πρακτικές πολιτεύεσθαι προκειμένου να γίνεται κανείς αρεστός στο ακροατήριο που επιδιώκει να έχει και τονίζοντας πως η Ελλάδα είναι ευρωπαϊκή χώρα και οφείλει να προσαρμόζεται στους κοινούς ευρωπαϊκούς τόπους, που δοκιμάστηκαν στην πράξη.
Παίρνοντας τον λόγο ο υπουργός Παιδείας Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος, σήκωσε το γάντι, σημειώνοντας πως η σωστή –όπως την χαρακτήρισε- παρέμβαση για τα λατινικά έγινε δεκτή, διαχωρίζοντας όμως από αυτά τα αρχαία ελληνικά.
«Ο Ελευθέριος Βενιζέλος μετέφρασε Θουκυδίδη», είπε, καλώντας όλους να χειρίζονται φορτισμένα θέματα, όπως αυτά, με νηφαλιότητα. Υποστήριξε δε, ούτε λίγο ούτε πολύ ότι το επιχείρημα περί κλεισίματος του ματιού για να γίνονται αρεστοί σε μία ομάδα πολιτών, μπορεί να αντιστραφεί, αφού και δυνάμεις «από την άλλη άκρη της ιδεολογικής κονίστρας» μπορούν να απευθύνονται σε άλλα κοινά.