Του Στέφανου Μίλεση
Ένα από τα άγνωστα περιστατικά που σχετίζονται τόσο με την ιστορία του Πειραιά, όσο και με την γιορτή του Αϊ-Γιαννιού, συνέβη όταν ο Πειραιάς ήταν υπό Αγγλο-γαλλική κατοχή το 1854.
Τότε οι Αγγλο-γάλλοι ευρισκόμενοι σε πόλεμο εναντίον των Ρώσων στην Κριμαία, είχαν αποβιβαστεί στον Πειραιά και τον είχαν καταλάβει, έχοντας σκοπό τον εκβιασμό του Όθωνα ώστε την ίδια περίοδο η Ελλάδα να μείνει φρόνιμη και να μην εκδηλώσει οποιαδήποτε ενέργεια κατά της Τουρκίας που ήταν σύμμαχός τους.
Το πρωινό της παραμονής του Αϊ-Γιαννιού οι Αγγλο-γάλλοι κάνοντας μια επίθεση εναντίον Ρωσικού οχυρού είχαν χάσει 8.000 στρατιώτες ενώ οι τραυματίες έφταναν τους 30.000 άνδρες! Όταν το απόγευμα της ίδιας ημέρας ο Άγγλος ναύαρχος είδε από το πλοίο του τις φωτιές που είχαν ανάψει σε όλο τον λόφο της Καστέλλας αλλά και μέσα στην πόλη του Πειραιά, πίστεψε πως επρόκειτο για πανηγυρική φωταψία, δια της οποίας οι Πειραιώτες εκδήλωναν την χαρά τους για το πάθημα των Άγγλο-γάλλων που είχαν καταλάβει την πόλη τους.
Τότε οι Άγγλοι καταλήφθηκαν από οργή και ήταν έτοιμοι να βομβαρδίσουν και να καταστρέψουν ολοσχερώς τον Πειραιά για να εκδικηθούν την χαρά των Πειραιωτών! Τελευταία στιγμή η πόλη σώθηκε, όταν ένας Άγγλος ιερέας που ζούσε για χρόνια στην Ελλάδα, εξήγησε το έθιμο στον Άγγλο Ναύαρχο με τις φωτιές του Άη Γιάννη, που είχαν μεταβάλει τον Πειραιά σε πραγματική «Γη του Πυρός»!
Τόσο μεγάλη ήταν η έκταση που εφαρμοζόταν αυτό το έθιμο στην πόλη μας. Έθιμο που έχει τις ρίζες του από τα αρχαία χρόνια όταν οι άνθρωποι καλλιεργητές και κτηνοτρόφοι για να εξαλείψουν τις επιδημίες που ξαφνικά εξαφάνιζαν τα κοπάδια τους, άναβαν μεγάλες φωτιές και τα έβαζαν να περνούν ανάμεσά τους, ώστε να φύγει το «κακό».
Οι εποχές άλλαξαν, αλλά οι άνθρωποι είχαν αποκτήσει την πίστη πια πως η φωτιά θεραπεύει τα πάντα, όχι μόνο τις επιδημίες, αλλά και την κακή τύχη, το «κακό μάτι» και μπορούσε να αλλάξει ακόμη και το ριζικό ενός ανθρώπου. Όλα αυτά θα συνέβαιναν εάν υπερπηδούσε κανείς την πυρά τρεις φορές τουλάχιστον!
Αυτό ήταν τόσο δεδομένο πως στο άθλημα της υπερπήδησης της φωτιάς τα παλαιότερα χρόνια επιδίδονταν ακόμη και γέροντες, αλλά ακόμη κι εκείνοι που είχαν άθλια υγεία πιστεύοντας πως μετά το τρίτο πήδημα θα αποκτούσαν την χαμένη ευεξία τους! Θυμάμαι τις πάμπολλες φωτιές που άναβαν σε βοτσαλάκια, Φρεαττύδα, κατά μήκος της τεράστιας αλάνας που κυριαρχούσε κάποτε λίγο μετά την Τερψιχόρη και μέχρι τον συγχωρεμένο «Ιππόκαμπο», φωτιές που μάλλον υπερπηδούσαν οι γέροι παρά οι νέοι σε ηλικία.
Ένα από τα άγνωστα περιστατικά που σχετίζονται τόσο με την ιστορία του Πειραιά, όσο και με την γιορτή του Αϊ-Γιαννιού, συνέβη όταν ο Πειραιάς ήταν υπό Αγγλο-γαλλική κατοχή το 1854.
Τότε οι Αγγλο-γάλλοι ευρισκόμενοι σε πόλεμο εναντίον των Ρώσων στην Κριμαία, είχαν αποβιβαστεί στον Πειραιά και τον είχαν καταλάβει, έχοντας σκοπό τον εκβιασμό του Όθωνα ώστε την ίδια περίοδο η Ελλάδα να μείνει φρόνιμη και να μην εκδηλώσει οποιαδήποτε ενέργεια κατά της Τουρκίας που ήταν σύμμαχός τους.
Το πρωινό της παραμονής του Αϊ-Γιαννιού οι Αγγλο-γάλλοι κάνοντας μια επίθεση εναντίον Ρωσικού οχυρού είχαν χάσει 8.000 στρατιώτες ενώ οι τραυματίες έφταναν τους 30.000 άνδρες! Όταν το απόγευμα της ίδιας ημέρας ο Άγγλος ναύαρχος είδε από το πλοίο του τις φωτιές που είχαν ανάψει σε όλο τον λόφο της Καστέλλας αλλά και μέσα στην πόλη του Πειραιά, πίστεψε πως επρόκειτο για πανηγυρική φωταψία, δια της οποίας οι Πειραιώτες εκδήλωναν την χαρά τους για το πάθημα των Άγγλο-γάλλων που είχαν καταλάβει την πόλη τους.
Τότε οι Άγγλοι καταλήφθηκαν από οργή και ήταν έτοιμοι να βομβαρδίσουν και να καταστρέψουν ολοσχερώς τον Πειραιά για να εκδικηθούν την χαρά των Πειραιωτών! Τελευταία στιγμή η πόλη σώθηκε, όταν ένας Άγγλος ιερέας που ζούσε για χρόνια στην Ελλάδα, εξήγησε το έθιμο στον Άγγλο Ναύαρχο με τις φωτιές του Άη Γιάννη, που είχαν μεταβάλει τον Πειραιά σε πραγματική «Γη του Πυρός»!
Τόσο μεγάλη ήταν η έκταση που εφαρμοζόταν αυτό το έθιμο στην πόλη μας. Έθιμο που έχει τις ρίζες του από τα αρχαία χρόνια όταν οι άνθρωποι καλλιεργητές και κτηνοτρόφοι για να εξαλείψουν τις επιδημίες που ξαφνικά εξαφάνιζαν τα κοπάδια τους, άναβαν μεγάλες φωτιές και τα έβαζαν να περνούν ανάμεσά τους, ώστε να φύγει το «κακό».
Οι εποχές άλλαξαν, αλλά οι άνθρωποι είχαν αποκτήσει την πίστη πια πως η φωτιά θεραπεύει τα πάντα, όχι μόνο τις επιδημίες, αλλά και την κακή τύχη, το «κακό μάτι» και μπορούσε να αλλάξει ακόμη και το ριζικό ενός ανθρώπου. Όλα αυτά θα συνέβαιναν εάν υπερπηδούσε κανείς την πυρά τρεις φορές τουλάχιστον!
Αυτό ήταν τόσο δεδομένο πως στο άθλημα της υπερπήδησης της φωτιάς τα παλαιότερα χρόνια επιδίδονταν ακόμη και γέροντες, αλλά ακόμη κι εκείνοι που είχαν άθλια υγεία πιστεύοντας πως μετά το τρίτο πήδημα θα αποκτούσαν την χαμένη ευεξία τους! Θυμάμαι τις πάμπολλες φωτιές που άναβαν σε βοτσαλάκια, Φρεαττύδα, κατά μήκος της τεράστιας αλάνας που κυριαρχούσε κάποτε λίγο μετά την Τερψιχόρη και μέχρι τον συγχωρεμένο «Ιππόκαμπο», φωτιές που μάλλον υπερπηδούσαν οι γέροι παρά οι νέοι σε ηλικία.