Αντιλαμβανόμενος τη στρατηγική θέση του Πειραιά με τα τρία φυσικά λιμάνια, ο Θεμιστοκλής έδωσε την εντολή για την έναρξη των λιμενικών και οχυρωματικών έργων στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. Οι εργασίες ξεκίνησαν από τον Αστικό Πυλώνα, που θα αποτελούσε την κύρια είσοδο του Πειραιά. Μέσα στις δύο επόμενες δεκαετίες το μήκος του θεμιστόκλειου τείχους θα ξεπερνούσε τα 11 χλμ. και τη θέση του αραιοκατοικημένου οικισμού θα έπαιρνε μια νέα πόλη, χτισμένη με βάση τις πολεοδομικές αρχές του Ιπποδάμου.
Σήμερα, τα ερείπια του Αστικού Πυλώνα και της γειτονικής Διά Μέσου Πύλης είναι «εγκλωβισμένα» σε έναν υποτυπωδώς διαμορφωμένο μη επισκέψιμο χώρο, που περικλείεται από κτίρια και «κόβεται» στα δύο από την οδό 34ου Συντάγματος. Ελάχιστοι από τους περαστικούς γνωρίζουν πως στη συγκεκριμένη περιοχή επρόκειτο να δημιουργηθεί ένα πρότυπο αρχαιολογικό πάρκο, το οποίο έμεινε στη μέση κυρίως ως αποτέλεσμα κακής διαχείρισης.
«Το 1999, στο πλαίσιο της κατασκευής της οδού Ανδρέα Παπανδρέου (Μικράς Ασίας) και καθώς οι αρχαιολόγοι έκριναν πως η 34η Συντάγματος δεν ήταν δυνατόν να περάσει μέσα από τον αρχαιολογικό χώρο, το ΥΠΕΧΩΔΕ προκήρυξε πανελλήνιο αρχιτεκτονικό διαγωνισμό», αναφέρει ο καθηγητής Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ Βασίλης Γκανιάτσας, η ομάδα του οποίου πήρε το πρώτο βραβείο στον εν λόγω διαγωνισμό. Η πρόταση του κ. Γκανιάτσα περιλάμβανε, μεταξύ άλλων, την υπερύψωση της 34ου Συντάγματος σε καλωδιωτή γέφυρα, τη διαμόρφωση του αρχαιολογικού χώρου σε δύο στάθμες (την αρχαία, σε βάθος 3,76 μέτρων, και τη σημερινή), την καθαίρεση του υπογείου του Τζανείου Ιδρύματος ώστε να αποκαλυφθεί πλήρως ο Αστικός Πυλώνας και τη δημιουργία ενός Μουσείου Οχυρωματικής Τέχνης. «Από τα τείχη, που κάποτε είχαν ύψος 18,5 μέτρα, σώζεται μόνον η θεμελίωση και δύο με τρεις σειρές δομών, έτσι είναι δύσκολο για τους επισκέπτες να συλλάβουν το αρχικό μέγεθος του», εξηγεί ο κ. Γκανιάτσας. Σκοπός του μουσείου ήταν να συμβάλει στην κατανόηση του μνημείου με τη βοήθεια της ψηφιακής πραγματικότητας.
Το έργο ξεκίνησε σχεδόν αμέσως, αλλά σύντομα προέκυψαν τα πρώτα προβλήματα. «Αρχικά εγέρθηκαν αμφιβολίες σχετικά με την καλωδιωτή γέφυρα και μας είπαν ότι στη θέση της θα κατασκευαζόταν μία μπετονένια, υποστηρίζοντας ότι η κατασκευή της ήταν πιο οικονομική και λιγότερο χρονοβόρα. Ομως το ύψος της μπετονένιας γέφυρας θα ήταν πολύ χαμηλό, ενώ οι κολόνες της θα “πατούσαν” μέσα στον αρχαιολογικό χώρο». Πεπεισμένος πως το μοναδικό «πλεονέκτημα» της μπετονένιας κατασκευής ήταν οι μεγαλύτερες μίζες για τους εργολάβους, ο κ. Γκανιάτσας απέδειξε πως η δική του πρόταση ήταν συμφέρουσα. Το αποτέλεσμα ήταν να εγκαταλειφθούν τα σχέδια για τη γέφυρα και ο δρόμος να περάσει πάνω από τις (καταχωμένες) αρχαιότητες. Στο μεταξύ, οι προβλεπόμενες απαλλοτριώσεις ολοκληρώθηκαν μόνο κατά το ένα τρίτο, αφού από τα 4 δισ. δραχμές που είχαν προβλεφθεί για το πάρκο ένα σημαντικό ποσό χάθηκε εξαιτίας υπερτιμολογήσεων. Εκπληξη προκαλεί το γεγονός πως δεν έγιναν προσπάθειες για την ένταξη του έργου σε κάποιο ευρωπαϊκό πρόγραμμα, μολονότι πρόκειται για έναν από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους του Πειραιά.
Τελικά, σε διάστημα αρκετών χρόνων υλοποιήθηκαν οι υποστηρικτικές εγκαταστάσεις του αρχαιολογικού χώρου, η πεζοδρόμηση της οδού Πύλης και η κατασκευή του κτιρίου του Μουσείου. Πρόκειται για τη σημερινή Ξυλαποθήκη, όπου φιλοξενούνται ευρήματα από τις ανασκαφές του μετρό και του τραμ και, από τον Ιούνιο του 2016, η περιοδική έκθεση «Στην επιφάνεια», συνδιοργάνωση της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής, Πειραιώς και Νήσων με την Αττικό Μετρό. Για να γίνει ο χώρος των Πυλών το αρχαιολογικό πάρκο που οραματίστηκαν οι μελετητές του, εκκρεμεί η απαλλοτρίωση των υπόλοιπων κτιρίων, μεταξύ των οποίων και το πρώην «Silo», η κατεδάφιση αυθαίρετων κτισμάτων, η συνέχιση των ανασκαφών, η ανύψωση της 34ου Συντάγματος και η έναρξη λειτουργίας του μουσείου.
Φυσικά, όλα αυτά μοιάζουν άπιαστο όνειρο στην παρούσα συγκυρία, σύμφωνα όμως με τη Στέλλα Χρυσουλάκη, προϊσταμένη της Εφορείας Πειραιά, η μάχη δεν έχει χαθεί, απλώς θα πρέπει να προσαρμόσουμε τις προσδοκίες μας στην παρούσα συγκυρία. «Επιδιώκουμε να γίνουν τα αυτονόητα, ώστε να αποδοθεί ο χώρος στο κοινό», υπογραμμίζει. «Ζητάμε να προχωρήσει η απαλλοτρίωση του παλιού κτιρίου της Πυροσβεστικής, το οποίο βρίσκεται μέσα στον αρχαιολογικό χώρο. Παράλληλα, έχουμε ζητήσει την υποστήριξη της Περιφέρειας Πειραιά για να πραγματοποιήσουμε εργασίες καθαρισμού, ανάδειξης και φωτισμού.
Στη συνέχεια, αν το υπουργείο Πολιτισμού μάς διαθέσει φύλακες, ο χώρος θα μπορεί να καταστεί επισκέψιμος», συνεχίζει.
Τέλος, η εφορεία επιδιώκει τη μονιμοποίηση του πρωτότυπου προγράμματος μουσειακού θεάτρου («Πειραιάς 391 π.Χ. Μια μέρα στης Ξανθίππης»), που πρωτοπαρουσιάστηκε πιλοτικά τον Ιούνιο στην Ξυλαποθήκη και σημείωσε ιδιαίτερη επιτυχία.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ