Γράφει ο Σταύρος Λιλόγλου

Το θέμα του αγγελιοσήμου στο Διαδίκτυο επανήλθε στο προσκήνιο (παρά το γεγονός ότι το σχετικό άρθρο στη συζήτηση για το ασφαλιστικό είχε αποσυρθεί), με τις δημοσιογραφικές ενώσεις να πιέζουν όσο μπορούν προς την κατεύθυνση αυτή, έχοντας προφανώς γνώση από πρώτο χέρι της κατάστασης των ασφαλιστικών τους ταμείων, αλλά και της πίεσης που ασκεί η πτώση της διαφημιστικής δαπάνης και η αυξανόμενη ανεργία στον χώρο αυτό.


Σε οποιαδήποτε φυσιολογική χώρα το σχετικό αίτημα θα θεωρείτο απολύτως παράλογο, εδώ όμως το συζητάμε σοβαρά. Συνεπώς θα πρέπει εξίσου σοβαρά να εξηγήσουμε, για άλλη μια φορά, γιατί η επέκταση του αγγελιοσήμου είναι αντιαναπτυξιακή, ρουσφετολογική και κοινωνικά απολύτως άδικη.


Το αγγελιόσημο υποτίθεται ότι υποκαθιστά ασφαλιστικές εισφορές οι οποίες καταβάλλονται για λογαριασμό των δημοσιογράφων που εργάζονται στα σχετικά Μ.Μ.Ε. Και από εδώ αρχίζουν τα παράδοξα. Το αγγελιόσημο επιβάλλεται κάθε φορά σε ολόκληρο τον τζίρο του Μέσου Ενημέρωσης, ανεξαρτήτως του αριθμού δημοσιογράφων που εργάζονται σ’ αυτό. Με δεδομένο το μεγάλο ύψος του, αν διαιρεθεί δια του αριθμού των εργαζομένων στο μέσο δημοσιογράφων, ξεπερνά πάντα κατά πολύ το συνολικό ύψος των μισθών τους. Εφόσον οι ασφαλιστικές εισφορές, ακόμα και στην πιο ακραία εκδοχή τους (π.χ. στο Ι.Κ.Α., που έχει ύψος εισφορών από τα μεγαλύτερα στον κόσμο), δεν ξεπερνούν ποτέ το ήμισυ του μισθού, είναι σαφές ότι το αγγελιόσημο δεν αποτελεί κατά το μεγαλύτερο μέρος του εισφορά, αλλά κρυφό φόρο με τον οποίο επιδοτείται μια κοινωνική ομάδα εις βάρος του κοινωνικού συνόλου.


Η κοινωνική αυτή ομάδα μπορεί να έχει πολιτική ισχύ, δεν μπορεί εντούτοις κανείς να την κατατάξει στους κοινωνικά αδυνάτους. Τίθεται λοιπόν το ερώτημα: σε μια κοινωνία η οποία αφήνει τους ανέργους χωρίς ασφαλιστική περίθαλψη, γιατί θα έπρεπε να επιδοτούνται πλουσιοπάροχα οι δημοσιογράφοι;


Ενώ λοιπόν η κυβέρνηση θα έπρεπε κανονικά να έχει καταργήσει το αγγελιόσημο ήδη από όταν ψήφισε το ασφαλιστικό νομοσχέδιο και να έχει εντάξει τους δημοσιογράφους σε ένα από τα μεγάλα ασφαλιστικά ταμεία (για τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα που δημιουργούνται από εδώ και πέρα, όχι για αυτά που έχουν κατοχυρώσει μέχρι σήμερα), σκέπτεται να το επεκτείνει στον τομέα που κατ’ εξοχήν θα πρέπει να αφεθεί χωρίς επιβαρύνσεις, που είναι ασφαλώς η ψηφιακή οικονομία. Γιατί σε μια εποχή που οι απολυόμενοι από τα παραδοσιακά Μ.Μ.Ε. δημοσιογράφοι, έχουν ως μοναδική πιθανή ελπίδα και διέξοδο την ανάπτυξη των ψηφιακών εκδόσεων, μια επιβάρυνση του νέου αυτού κλάδου θα ήταν προφανώς αποτρεπτική για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας που τόσο έχει ανάγκη ο χώρος των Μ.Μ.Ε.


Επίσης και από πρακτικής πλευράς, η υπόθεση είναι προβληματική καθώς ειδικά στα διαδικτυακά Μέσα υπάρχουν πολλές περιπτώσεις ιστοσελίδων που έχουν δημοσιογραφικό περιεχόμενο χωρίς να απασχολούν δημοσιογράφους. Αν επιχειρηθεί η εφαρμογή του αγγελιοσήμου είναι βέβαιο ότι τα Μέσα αυτά θα προσφύγουν για τη νομική ακύρωση του μέτρου, ενώ αν περιοριστεί μόνο σε εκείνα που έχουν δημοσιογράφους, θα υπάρξει και αθέμιτος ανταγωνισμός, αλλά και κίνητρο μη πρόσληψης δημοσιογράφων στις νέες επιχειρηματικές προσπάθειες στο Διαδίκτυο (π.χ. ενθάρρυνση της δημοσιογραφίας των αναγνωστών κ.λπ.). Τέλος επειδή ο παραλογισμός είναι ημεδαπής προέλευσης και δεν εξάγεται τόσο εύκολα, θα υπάρξει μια τάση μετακόμισης των σχετικών ιστοσελίδων εκτός Ελλάδος, όπου δεν υπάρχουν τέτοιες επιβαρύνσεις. Κάτι που γίνεται σχετικά εύκολα και θα έχει και πρόσθετα φορολογικά πλεονεκτήματα για όσους επιλέξουν αυτή τη λύση.


Ελπίζουμε λοιπόν η κυβέρνηση να σταματήσει να σκέπτεται παράλογες διεξόδους στα αδιέξοδα των ευγενών αυτών ταμείων και να προτρέψει τις δημοσιογραφικές ενώσεις αν θέλουν να διατηρηθούν οι μεγάλες συντάξεις των μελών τους, να ζητήσουν να αυξηθούν οι ασφαλιστικές τους εισφορές.

πηγη:www.marketingweek.gr
 
Top