Γράφει ο πίτσιρίκος
Το πιο συγκλονιστικό ανάγνωσμα της ζωής μου ήταν τα γράμματα που έγραφαν στις γυναίκες τους οι Πόντιοι που επρόκειτο να εκτελεστούν την επόμενη ημέρα από τους Τούρκους.
Αν και ήξεραν πως δεν υπάρχει πια ζωή γι’ αυτούς, έδιναν πάρα πολύ ψύχραιμα κουράγιο στις γυναίκες τους και...
συμβουλές για το πώς πρέπει να προφυλάξουν και να φροντίσουν τα παιδιά τους.
Δεν υπήρχε καμία αναφορά στους εαυτούς τους και την τύχη τους. Τους ένοιαζε μόνο για τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους.
Είχα περάσει ένα ολόκληρο βράδυ άγρυπνος στη Θεσσαλονίκη, διαβάζοντας αυτά τα γράμματα.
Ποτέ δεν θα ξεχάσω αυτό το βράδυ και αυτά τα γράμματα, και όχι μόνο επειδή ο παππούς μου και η γιαγιά μου ήταν πρόσφυγες από τον Πόντο.
Ήταν η αξιοπρέπεια και η γενναιότητα των μελλοθάνατων Ποντίων που σημάδεψαν την ψυχή μου.
Δεν πήγα ποτέ στην Αμάσεια για να δω το μέρος που γεννήθηκαν και έζησαν οι προγονοί μου, ούτε γεύτηκα τα υπέροχα μήλα που ποτέ δεν ξέχασε η γιαγιά μου.
Υποσχέθηκα στην γιαγιά μου πως θα πάω μια μέρα στην Αμάσεια αλλά, από την άλλη, έχω ορκιστεί πως δεν θα πάω στην Τουρκία, αν δεν φύγουν οι Τούρκοι από την Κύπρο.
Ίσως, το γενικότερο ξεπούλημα Ελλάδας και Κύπρου να με κάνει να αλλάξω γνώμη.
Σήμερα, ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ποντίων, σκέφτομαι όλους τους «Πόντιους» του κόσμου.
Και μπορεί οι Πόντιοι να μην είναι ρατσιστές -αν και μάλλον θα υπάρχουν κάποιες λιγοστές εξαιρέσεις-, αλλά ένα μεγάλο μέρος των Ελλήνων σήμερα αποδεικνύονται ρατσιστές.
Απορώ πώς μπορείς να συγκινείσαι από τη Γενοκτονία των Ποντίων και, παράλληλα, να είσαι ρατσιστής.
Και για άλλα θέματα απορώ αλλά δεν περιμένω απαντήσεις. Μεγάλωσα πια.
(«Τσικάρι μ’» φώναζε η γιαγιά μου τα εγγόνια της. Τσικάρι είναι το σπλάχνο. Ένα κείμενο για την Πόντια γιαγιά μου: «Ανθ’ ημών η αγάπη».)
Πηγή: pitsirikos.net