Πόσο έχει αλλάξει ο Πειραιάς τα τελευταία χρόνια; Τι έχει φύγει από τη ζωή του, και τι αναπολεί με λαχτάρα να αντικρίσει και πάλι κάθε γνήσιος κάτοικός του; Η πλέον κατάλληλη και αντιπροσωπευτική συνοικία του, για να εξηγήσει όλες τις μεταβολές που έχουν γίνει, είναι αυτή του Αγίου Διονυσίου.
Του δυτικότερου τμήματος του κεντρικού λιμανιού, που πήρε το όνομά της από τον Ναό του Αγίου Διονυσίου. Ο Ναός αυτός, με την πάροδο του χρόνου έγινε το σήμα κατατεθέν του Πειραιά. Το σημείο αναφοράς και γι’ αυτόν που έρχεται και γι’ αυτόν που φεύγει από την πόλη. Είναι το στολίδι που μένει ανέπαφο στο πέρασμα του χρόνου. Και προσπαθεί να επιβιώσει, κόντρα σε κάθε κακόβουλη ενέργεια.
Αν και είναι τόσων χρόνων Ναός, αν και εξακολουθεί να παραμένει χωρίς βασικές αγιογραφίες, έχει μία γλυκύτητα που σε υποβάλλει και επιμένει να ατενίζει αγέρωχα τη θάλασσα και τα καράβια που πηγαινοέρχονται.
Και ενώ η πρόσοψη του Ναού που βλέπει προς τη θάλασσα έχει απαλλαχτεί από τα παράσιτα και τις παράγκες που τον έσφιγγαν απειλητικά, η πίσω μεριά και η πλαϊνή είναι ακόμα ένας τριτοκοσμικός τόπος σκουπιδιών, που κανείς μέχρι σήμερα δεν έχει αξιωθεί να καθαρίσει. Γιαυτό και ποτέ, τόσο στις 3 Οκτωβρίου, που εορτάζεται ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης όσο και στις 17 Δεκεμβρίου, που εορτάζει ο Ναός για την γιορτή του Αγίου Διονυσίου της Ζακύνθου, υπάρχει μικρή προσέλευση των αρχών της πόλης.
Αν και είναι τόσων χρόνων Ναός, αν και εξακολουθεί να παραμένει χωρίς βασικές αγιογραφίες, έχει μία γλυκύτητα που σε υποβάλλει και επιμένει να ατενίζει αγέρωχα τη θάλασσα και τα καράβια που πηγαινοέρχονται.
Και ενώ η πρόσοψη του Ναού που βλέπει προς τη θάλασσα έχει απαλλαχτεί από τα παράσιτα και τις παράγκες που τον έσφιγγαν απειλητικά, η πίσω μεριά και η πλαϊνή είναι ακόμα ένας τριτοκοσμικός τόπος σκουπιδιών, που κανείς μέχρι σήμερα δεν έχει αξιωθεί να καθαρίσει. Γιαυτό και ποτέ, τόσο στις 3 Οκτωβρίου, που εορτάζεται ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης όσο και στις 17 Δεκεμβρίου, που εορτάζει ο Ναός για την γιορτή του Αγίου Διονυσίου της Ζακύνθου, υπάρχει μικρή προσέλευση των αρχών της πόλης.
Αλήθεια και τι να έλεγαν, πως θα δικαιολογούνταν για αυτή την κατάντια; Θα δώσουν κάποια υπόσχεση για τις αγιογραφίες και την καθαριότητα του περιβάλλοντος χώρου; Πειραιάς είναι και δω και μάλιστα η Βιτρίνα του!
Από την εποχή ακόμα που λειτουργούσε εκεί το νεκροταφείο και οι νεκροί μεταφερόντουσαν με τα κάρα και πλερέζες, έως σήμερα, αν και επιφανειακά έγιναν πολλές μεταβολές, στο βάθος όλα παραμένουν ίδια και απαράλλαχτα. Αν πλησιάσει κανείς τον περίβολο του Ναού, θα αισθανθεί ένα άρωμα να τον τυλίγει και μια εσωτερική ενέργεια να τον αναπτερώνει. Εκεί, μέχρι το 1929, που έγινε η μεταφορά του νεκροταφείου, μεγάλες μορφές του αγώνα, και ένδοξοι πολίτες, είχαν αποθέσει τα σώματά τους. Αδιάψευστα σημάδια οι λιγοστές επιτύμβιες στήλες που έχουν απομείνει, για να θυμίζουν ότι ο τόπος αυτός είναι ιερός και απαραβίαστος. Απαιτεί μάλιστα ιδιαίτερο σεβασμό και ξεχωριστή τιμή.
«ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ Σ’ ΕΓΝΩΡΙΣΕ / ΧΩΡΙΣ ΝΑ Σ’ ΑΓΑΠΗΣΗ / ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΣΕ ΘΡΗΝΗΣΗ / ΔΕΝ ΕΜΕΙΝΕ ΚΑΝΕΙΣ».
Γράφει μια από αυτές και αναφέρεται στην σύζυγο του Στίλπωνος Χοϊδά, γόνου μεγάλης οικογένειας νομικών και πολιτικών. Στις περισσότερες στήλες υπάρχει αναφορά του θανάτου σαν μια μεταλλαγή του βίου και αυτό φανερώνει την βαθιά πίστη, που ανέκαθεν υπάρχει στους Έλληνες, για την μετά το θάνατο ζωή.
Ιστορικές μνήμες σημειώνουν πως ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, στη μνήμη του οποίου τιμάται ο Ναός, έχει θεαθεί πολλές φορές, να περιφέρεται στην περιοχή, για να την επιβλέπει και να την προστατεύει.
Μπροστά ακριβώς από το Ναό υπήρχαν και τα διάφορα καρνάγια που επισκεύαζαν ή κατασκεύαζαν ξύλινα πλοία. Και αυτά μεταφέρθηκαν στη δεκαετία του 1920 στην περιοχή του Περάματος. Πάρα δίπλα βρισκόντουσαν οι φυλακές των βούρλων που λειτουργούσαν μέχρι πρόσφατα. Τις φυλακές αυτές χρησιμοποιούσαν και οι γερμανοί κατά την κατοχή, για να φυλακίζουν τους αγωνιστές.
Ένας ξεχωριστός, πολύτιμος και ιστορικός τόπος έχει αφεθεί στην τύχη του και καταστρέφεται ανυπεράσπιστος. Μια συνοικία κόσμημα, υποβαθμίζεται συνέχεια και έχει καταστεί η περισσότερο προβληματική περιοχή του Λεκανοπεδίου.
Γιάννης Κανατσέλης
Από την εποχή ακόμα που λειτουργούσε εκεί το νεκροταφείο και οι νεκροί μεταφερόντουσαν με τα κάρα και πλερέζες, έως σήμερα, αν και επιφανειακά έγιναν πολλές μεταβολές, στο βάθος όλα παραμένουν ίδια και απαράλλαχτα. Αν πλησιάσει κανείς τον περίβολο του Ναού, θα αισθανθεί ένα άρωμα να τον τυλίγει και μια εσωτερική ενέργεια να τον αναπτερώνει. Εκεί, μέχρι το 1929, που έγινε η μεταφορά του νεκροταφείου, μεγάλες μορφές του αγώνα, και ένδοξοι πολίτες, είχαν αποθέσει τα σώματά τους. Αδιάψευστα σημάδια οι λιγοστές επιτύμβιες στήλες που έχουν απομείνει, για να θυμίζουν ότι ο τόπος αυτός είναι ιερός και απαραβίαστος. Απαιτεί μάλιστα ιδιαίτερο σεβασμό και ξεχωριστή τιμή.
«ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ Σ’ ΕΓΝΩΡΙΣΕ / ΧΩΡΙΣ ΝΑ Σ’ ΑΓΑΠΗΣΗ / ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΣΕ ΘΡΗΝΗΣΗ / ΔΕΝ ΕΜΕΙΝΕ ΚΑΝΕΙΣ».
Γράφει μια από αυτές και αναφέρεται στην σύζυγο του Στίλπωνος Χοϊδά, γόνου μεγάλης οικογένειας νομικών και πολιτικών. Στις περισσότερες στήλες υπάρχει αναφορά του θανάτου σαν μια μεταλλαγή του βίου και αυτό φανερώνει την βαθιά πίστη, που ανέκαθεν υπάρχει στους Έλληνες, για την μετά το θάνατο ζωή.
Ιστορικές μνήμες σημειώνουν πως ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, στη μνήμη του οποίου τιμάται ο Ναός, έχει θεαθεί πολλές φορές, να περιφέρεται στην περιοχή, για να την επιβλέπει και να την προστατεύει.
Μπροστά ακριβώς από το Ναό υπήρχαν και τα διάφορα καρνάγια που επισκεύαζαν ή κατασκεύαζαν ξύλινα πλοία. Και αυτά μεταφέρθηκαν στη δεκαετία του 1920 στην περιοχή του Περάματος. Πάρα δίπλα βρισκόντουσαν οι φυλακές των βούρλων που λειτουργούσαν μέχρι πρόσφατα. Τις φυλακές αυτές χρησιμοποιούσαν και οι γερμανοί κατά την κατοχή, για να φυλακίζουν τους αγωνιστές.
Ένας ξεχωριστός, πολύτιμος και ιστορικός τόπος έχει αφεθεί στην τύχη του και καταστρέφεται ανυπεράσπιστος. Μια συνοικία κόσμημα, υποβαθμίζεται συνέχεια και έχει καταστεί η περισσότερο προβληματική περιοχή του Λεκανοπεδίου.
Γιάννης Κανατσέλης
Aυτό το άρθρο προέρχεται από το: http://neakeratsiniou.blogspot.com/2012/01/blog-post_6596.html#ixzz1iQA9zSwH