Στις αρχές του 1957 συνέβη κάποιο παράξενο ιατρικώς γεγονός: μεγάλη μερίδα του (ανδρικού) πληθυσμού της χώρας παρουσίασε συμπτώματα ...



έντονης ταχυκαρδίας! Αιτία ήταν ένα εβδομαδιαίο περιοδικό της εποχής, το πρώτο πραγματικά ερωτικό έντυπο που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα. Είχε εξώφυλλα με ημίγυμνα μοντέλα σε προκλητικές στάσεις, κάτι που ανέβαζε τους καρδιακούς παλμούς των αναγνωστών, και 84 σελίδες με ιδιαίτερα τολμηρό περιεχόμενο που ανέβαζαν ακόμασ περισσότερο τους χτύπους της καρδιάς! Το «Χτυποκάρδι», με εκδότη τον Μιχάλη Σαλίβερο (γνωστό για τις «λαϊκές» εκδόσεις του), εμφανίστηκε στα περίπτερα αρχές του 1957 δημιουργώντας πάταγο! Είχε το προνόμιο, βλέπετε, να εισάγει στα εγχώρια (αυστηρά, σε βαθμό ασφυξίας) ήθη τη μόδα των ερωτικών περιοδικών, που ήδη αποτελούσαν... καθεστώς σε πολλές









«Το "Χτυποκάρδι" θέλει να ξεχωρίζει από τ' άλλα περιοδικά», έγραφε το εισαγωγικό σημείωμα του πρώτου τεύχους. «Τον Ερωτα θα τον υπηρετήσει, χωρίς την προσποιητή σεμνοτυφία των αρσακειάδων της παλιάς εποχής. Η ύλη του διαλέγεται από τα αριστουργήματα της παγκοσμίου ερωτικής φιλολογίας και ελέγχεται με σύγχρονο πνεύμα». Από τις σελίδες του περιοδικού παρέλασαν νουβέλες όπως «Η καμαριέρα μου η Ροζίνα» του Γκυ Ντε Μοπασάν («Η Μαργκώ γνώρισε απ' το απαλό χάδι μιας κοπέλλας, τη μεγαλύτερη ερωτική συγκίνηση»). Δημοσιεύονταν, επίσης, κείμενα κάποιων διεθνώς... αγνώστων συγγραφέων (συχνά, Ελληνες συνεργάτες του περιοδικού με ξενικά ψευδώνυμα). Οπως ο Λέο Στίβενς, που ανέβαζε την ταχυκαρδία των -αρρένων- αναγνωστών με περιγραφές όπως η ακόλουθη:



«... Με το πρόσωπο βυθισμένο μέσα στις πτυχές της μεταξωτής νταντέλας, ανάσαινα, μαζί με το άρωμα του γαρύφαλλου, την άχνα που ανάδινε το κορμί της κι ένιωθα τα ζωντανά παλλόμενα και σφιχτά στήθη της κάτω από το μετάξι. Ξαφνικά, τα δυο της χέρια γαντζώθηκαν στους ώμους μου κι άρχισε να κολλάει μικρά γρήγορα φιλιά στο σβέρκο μου, στ' αυτιά μου, στο πηγούνι μου... Ξεκούμπωσε μόνη τα κουμπάκια στις μανσέτες της. Υστερα, για να φτάσει τις κόπιτσες στην πλάτη, σήκωσε τα δυο της μπράτσα κι ανάγειρε έτσι, που αναπήδησαν και πρόβαλαν τα στήθη της, τόσο προκλητικά που ένιωσα το αίμα ν' ανεβαίνει στο κεφάλι μου. Αρχισα να τα χαϊδεύω, να τα πασπατεύω, να τα ζυμώνω, μουρμουρίζοντας ερωτόλογα και αναρρουφώντας την μεθυστική τους μυρωδιά σαν τρελός. Δε σκεπτόμουν τίποτα πιά. Είχα αφεθεί στο ένστικτο του αρσενικού, που μεθάει και σμίγει με το θηλυκό, ξετρελαμένος από τη μυρωδιά του».





Την ύλη του περιοδικού συμπλήρωναν αναγνώσματα σε συνέχειες («Ο άνδρας που έγινε γυναίκα - Η αληθινή ιστορία της ζωής του Δανού ζωγράφου Εϊναρ Βέγκενερ που άλλαξε φύλο»), σκανδαλιστικά άρθρα («Ανταλλαγή συζύγων», «Μπορεί μια κοπέλλα να πάρει πρωτοβουλία στον έρωτα;»), εγκυκλοπαιδικές πληροφορίες («Ξέρετε ποιός είναι ο εφευρέτης του φιλιού;»), οι «Ωραιότερες ερωτικές επιστολές των αναγνωστών μας» κ.λπ. Μεγάλο σουξέ είχε η σελίδα συμβουλών της «Σιβύλλας», με απαντήσεις διόλου... σιβυλλικές σε ερωτικά ζητήματα που απασχολούσαν τους αναγνώστες: «Ατίθασο Νεύρο (Καβάλα): Τι να σου πω νεαρέ μου φίλε, έτσι που τα κατάφερες; Επεσες με τα μούτρα στην απόλαυση του έρωτα και το αποτέλεσμα είναι πως την έπαθες από το ελεεινό γύναιο που διάλεξες για να σε μυήσει στα μυστήρια της αγοραίας Αφροδίτης! Λυπούμαι για το πάθημά σου, μα ελπίζω να σου γίνει μάθημα στη ζωή. Στο μεταξύ, σου συνιστώ να τρέξεις αμέσως σε κάποιον καλό γιατρό, για να σε απαλλάξει από τα "άνθη του κακού" με τα οποία σε... φιλοδώρησε η ξελογιάστρα σου!»



Στους συνεργάτες του περιοδικού συγκαταλέγονταν γνωστοί συγγραφείς (πολλοί δημοσίευαν τα κείμενά τους ανυπόγραφα ή με ψευδώνυμο για... ευνόητους λόγους), όπως ο Μιχάλης Καραγάτσης, ο Μανώλης Σκουλούδης, ο Θέμος Ποταμιάνος, ο Δημήτρης Γιανουκάκης, ο Νίκος Τσιφόρος που έγραφε σε συνέχειες τη ζωή του Τζιάκομο Καζανόβα, ο αρχισυντάκτης του αστυνομικοπύ ρεπορτάζ των «Αθηναϊκών Νέων» του Λαμπράκη, Νίκος Μαράκης, που έγραφε -επίσης σε συνέχειες- για τα «Κολ Γκερλ» της Αθήνας κ.ά. Το «Χτυποκάρδι» με τα τολμηρά εξώφυλλα, τα προκλητικά κείμενα και τις «πιπεράτες» γελοιογραφίες (από τον Αρχέλαο και τον Βασίλη Χριστοδούλου) ήταν μεγάλο αγκάθι για την υπερσυντηρητική κοινωνία της εποχής εκείνης. Οι παρεκκλησιαστικές οργανώσεις το αποκάλεσαν «αισχρούργημα» και, επικαλούμενες το σχετικό νόμο που απαγόρευε την κυκλοφορία «ασέμνων» αναγνωσμάτων, άρχισαν να βομβαρδίζουν τον εκδότη με μηνύσεις. Ετσι, ένα χρόνο μετά την έκδοσή του, το «Χτυποκάρδι» αναγκάστηκε να διακόψει την έκδοσή του. Πρόλαβε, ωστόσο, να ανοίξει το δρόμο σε άλλα περιοδικά όπως το... συναφές «Καρδιοχτύπι», το «Στριπ-Τιζ», το «Μόνο για άνδρες» κ.ά. Ηταν ζήτημα χρόνου, πλέον, να εμφανισθεί το «φόρα-παρτίδα» στο εκδοτικό στερέωμα.



πηγή

 
Top